- Σωκρατόγομφος
- Σωκρᾰτόγομφος, ον,A patched up by Socrates, of the plays of Euripides, Mnesilochus ap.D.L.2.18 (v. Telecl.Fr.39 K.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σωκρατόγομφος — ον, Α (για τα δράματα τού Ευριπίδου) καρφωμένος, στερεωμένος από τον Σωκράτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σωκράτης + γόμφος «ξύλινο ή μετάλλινο καρφί, σφήνα που χρησιμοποιείται για στερέωση κινητών μερών»] … Dictionary of Greek
Σωκρατογόμφους — Σωκρατόγομφος patched up by Socrates masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)